8 Οκτ 2016

με φωνή βραχνή και ματιά διστακτική

πού θα κρύψουμε την λύσσα μας 
όταν ξεμείνουμε από συλλογική ψυχή

χαρτάκι ρίζλα ασημένιο και φιλτράκι ολντχόλμπορν (πάρε μία μπάρα να χεις και για αργότερα)
καπνός οικείος κίτρινος (η επιθυμία για τσιγάρο είναι κοινή και δεν θα αφήσουμε κανέναν μόνο απέναντι της)
αναπτήρας αγορασμένος σε περιπτώσεις εξάντλησης κάθε λύσης (αναπτήρες από χέρι σε χέρι-μία διακίνηση που μας κρατάει συνένοχους)
η πρώτη τζούρα μυρίζει δάσος

αυτό που μέσα μου ζει 
αυτό που κρατάει τα δάχτυλα μου και τα στρέφει στο στόμα μου
αυτό που βάζω για ύπνο και με σέρνει για εκδίκηση 
αυτό που τρέχει ξυπόλητο και μου καρφώνει αγκάθια 
κάθεται ήσυχο και περιμένει τότε

θα φύγω και δε θα σου έχω πει τίποτα, μόνο στον (ξ)ύπνο μου όσες φορές σε έσωσα
και ξέπλυνα τις τύψεις
ο χρόνος είναι το αδύνατο σημείο μου και απλώνεται σαν σεντόνι άσπρο καθαρό
ή σαν μπλούζα βρεγμένη που πρέπει να φορέσεις
είναι μέρες που ξέρεις πώς θα κοιμηθείς λίγο
αλλά για τους άλλους
που βασανίζονται κάθε νύχτα
πάντα ξέρεις.
δεν έχουμε μάτια και νευρικό σύστημα
όπως φαίνεται, 
σιωπή στην αφή, πέτρα στην παρόρμηση,
ποιος έκαψε τα δάκρυα και μας ταΐζει τις στάχτες,
στράγγιξε το αίμα μας και πέτρωσε το γάλα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου