17 Μαΐ 2011

τον κοίταξα για λίγο στην αρχή προσπαθώντας να καταλάβω 
τι με παίρνει να πω και τι όχι.
Ένιωθα πως μπορούσα να πω τα πάντα και 
μία αίσθηση οτι δεν θα τον ένοιαζε οτι κι αν έλεγα..
Μα τι σημασία έχει,πόσο χρόνο να αφιερώσεις σε έναν άγνωστο..
και πόσο να σε καθορίσει,
και αφού είχα την ελευθερία ας έκανα αυτό που ήθελα..
Εγώ το ήξερα πως δεν ήταν λάθος.
Εκείνος είχε ρίξει μια κουβέρτα στο πάτωμα,
καθόταν κάτω και κοίταζε απέναντι τον άδειο τοίχο
Ηταν σκοτάδι και ησυχία
και κάτι στον αέρα είχε μια θλίψη,μα δεν ρώτησα..
Τον πλησίασα και μου έκανε χώρο να καθήσω δίπλα του,
με κοίταξε και μου χαμογέλασε κι ύστερα σαν να γέλασε μόνος του.
Είχε κόκκινα μάτια,μα δεν ντράπηκα και
συνέχισα να τον κοιτάζω,αφού μπορούσα να κάνω οτι ήθελα..


Ισως πίστευε οτι καταλάβαινα,
πιθανότερα δεν τον ένοιαζε,
έπιασε το χέρι μου
και δεν με άφησε μέχρι που 
έπρεπε να φύγω..

16 Μαΐ 2011

Νιώθω κουρασμένη.
Σωματικά,πνευματικά,ψυχικά
και συχνά,αυτές τις ανεξήγητες τύψεις
                Υπάρχει κάτι που επιμένει
                να μη με θέλει εδώ
              αλλά κάπου αλλού..


Είχα ξεχάσει πως είναι
σε κάθε ενδεχόμενο
κάτι να μένει ίδιο χωρίς να επιτρέπει
περιθώρια ελευθερίας
-ίσως από θέμα επιλογής ή συνείδησης πάλι
δεν ξέρω
Είχα ξεχάσει πως είναι,
ή μάλλον είχα ξεχάσει να το σκεφτώ
για καιρό.
Οπως και να χει,υπήρχε μια σχετική ηρεμία


όλα γύρω μοιάζουν ευκαιρίες και ανθρωποι με ευκαιρίες
και ουσιαστικά τίποτα,γιατί όλα είναι στο κεφάλι μας
και ίσως το να μην σκέφτεσαι είναι καλό τελικά.
Ακούω λόγια που μοιάζουν τόσο
και ίσως και παράπονα
που κατα βάθος ξέρουμε
πως όσες φορές κι αν προσπαθήσουμε
μένουν μέσα μας





αφού) εγώ θα σε καταλαβαίνω πάντα
όπως κι εσύ..
αφού) εσύ με δέχεσαι πάντα
και δεν υπάρχει σύγκριση..
Και μου μειώνεις τόσο αισθητά κάθε φόβο..

8 Μαΐ 2011

Αιχμηρά αντικείμενα



Πλήρωσα εγώ για το δωμάτιο Νο9,γιατί ο Τζον δεν είχε πιστωτική κάρτα,του άνοιξα την πόρτα,τον κάθισα στο κρεβάτι,του έφερα ένα ποτήρι νερό από τη βρύση  μέσα σε πλαστικό κύπελλο.Στύλωσε το βλέμμα του στο πάτωμα και αρνιόταν να το πάρει.

«Τζον,πρέπει να πιείς λίγο νερό»

Άδειασε το κύπελλο μονορούφι και το άφησε να κυλήσει στα πλάγια του κρεβατιού. Άρπαξε το χέρι μου. Προσπάθησα να τραβηχτώ -πιο πολύ από ένστικτο,αν μη τι άλλο-,αλλά το έσφιξε πιο δυνατά.

«Είδα κι αυτό τις προάλλες» είπε και με το δάχτυλο του διέγραψε μέρος του α, από το ξεφτίλα, που ήταν χωμένο ακριβώς κάτω από το στρίφωμα του αριστερού μανικιού μου.Σήκωσε το ελεύθερο χέρι του και με χάιδεψε στο πρόσωπο. 

«Μπορώ να δω;»
«Όχι». Δοκίμασα πάλι να τραβηχτώ.
«Άφησε με να δω,Καμίλ». Με κρατούσε γερά.
«Όχι, Τζον.Δεν τα βλέπει κανείς»
«Εγώ θα τα δω»
   
Σήκωσε το μανίκι μου και κοίταξε μισοκλείνοντας τα μάτια του, πασχίζοντας να διαβάσει τις χαρακιές πάνω στο δέρμα μου. Δεν ξέρω γιατί τον άφησα. Είχε μια γλυκιά, διεισδυτική έκφραση στο πρόσωπο του. Εκείνη η μέρα με είχε κάνει αδύναμη. Και είχα κουραστεί τόσο πολύ να κρύβομαι. Πάνω από μια δεκαετία αφιερωμένη στην απόκρυψη,ούτε μία ανθρώπινη επαφή -με φίλο,με πηγή πληροφοριών,με την ταμία στο σούπερ μάρκετ- που να μην σκέφτομαι συνεχώς ποιά ουλή κινδύνευε να αποκαλυφθεί τυχαία. Ας κοίταζε ο Τζον. Επιτέλους ας κοίταζε. Δεν χρειαζόταν να κρύβομαι από κάποιον που αποζητούσε με τέτοια λαχτάρα τη λησμονιά όπως έγω.
   
Ο Τζον σήκωσε και το άλλο μανίκι μου και φάνηκαν τα χέρια μου γυμνά, τόσο εκτεθειμένα που μου κόπηκε η ανάσα.

«Δεν τα έχει δει κανείς;»
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Πόσο καιρό το κάνεις αυτό,Καμίλ;»
«Πολύ καιρό»

Κοίταζε επίμονα τα χέρια μου, ανέβασε τα μανίκια ακόμα ψηλότερα. Με φίλησε στο κέντρο της λέξης κούραση.

«Αυτό αισθάνομαι κι εγώ» είπε διατρέχοντας με τα δάχτυλα τις ουλές μου μέχρι που ανατρίχιασα.

«Άσε με να τα δω όλα»


*Gillian Flynn

7 Μαΐ 2011




κι αν ξέρω τι νιώθω,
εξηγώ όταν θέλω,
και μπορώ να κρύβω,
τότε τι..

απλά τίποτα..
είναι που συνήθως η αλήθεια μοιάζει ανακάλυψη..