8 Μαΐ 2011

Αιχμηρά αντικείμενα



Πλήρωσα εγώ για το δωμάτιο Νο9,γιατί ο Τζον δεν είχε πιστωτική κάρτα,του άνοιξα την πόρτα,τον κάθισα στο κρεβάτι,του έφερα ένα ποτήρι νερό από τη βρύση  μέσα σε πλαστικό κύπελλο.Στύλωσε το βλέμμα του στο πάτωμα και αρνιόταν να το πάρει.

«Τζον,πρέπει να πιείς λίγο νερό»

Άδειασε το κύπελλο μονορούφι και το άφησε να κυλήσει στα πλάγια του κρεβατιού. Άρπαξε το χέρι μου. Προσπάθησα να τραβηχτώ -πιο πολύ από ένστικτο,αν μη τι άλλο-,αλλά το έσφιξε πιο δυνατά.

«Είδα κι αυτό τις προάλλες» είπε και με το δάχτυλο του διέγραψε μέρος του α, από το ξεφτίλα, που ήταν χωμένο ακριβώς κάτω από το στρίφωμα του αριστερού μανικιού μου.Σήκωσε το ελεύθερο χέρι του και με χάιδεψε στο πρόσωπο. 

«Μπορώ να δω;»
«Όχι». Δοκίμασα πάλι να τραβηχτώ.
«Άφησε με να δω,Καμίλ». Με κρατούσε γερά.
«Όχι, Τζον.Δεν τα βλέπει κανείς»
«Εγώ θα τα δω»
   
Σήκωσε το μανίκι μου και κοίταξε μισοκλείνοντας τα μάτια του, πασχίζοντας να διαβάσει τις χαρακιές πάνω στο δέρμα μου. Δεν ξέρω γιατί τον άφησα. Είχε μια γλυκιά, διεισδυτική έκφραση στο πρόσωπο του. Εκείνη η μέρα με είχε κάνει αδύναμη. Και είχα κουραστεί τόσο πολύ να κρύβομαι. Πάνω από μια δεκαετία αφιερωμένη στην απόκρυψη,ούτε μία ανθρώπινη επαφή -με φίλο,με πηγή πληροφοριών,με την ταμία στο σούπερ μάρκετ- που να μην σκέφτομαι συνεχώς ποιά ουλή κινδύνευε να αποκαλυφθεί τυχαία. Ας κοίταζε ο Τζον. Επιτέλους ας κοίταζε. Δεν χρειαζόταν να κρύβομαι από κάποιον που αποζητούσε με τέτοια λαχτάρα τη λησμονιά όπως έγω.
   
Ο Τζον σήκωσε και το άλλο μανίκι μου και φάνηκαν τα χέρια μου γυμνά, τόσο εκτεθειμένα που μου κόπηκε η ανάσα.

«Δεν τα έχει δει κανείς;»
Κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Πόσο καιρό το κάνεις αυτό,Καμίλ;»
«Πολύ καιρό»

Κοίταζε επίμονα τα χέρια μου, ανέβασε τα μανίκια ακόμα ψηλότερα. Με φίλησε στο κέντρο της λέξης κούραση.

«Αυτό αισθάνομαι κι εγώ» είπε διατρέχοντας με τα δάχτυλα τις ουλές μου μέχρι που ανατρίχιασα.

«Άσε με να τα δω όλα»


*Gillian Flynn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου